Blogger Tricks

Δευτέρα 10 Μαρτίου 2014

Το μυστικό του Σαρωνικού

...Θυμάμαι πως στις Λαγούσες πηγαίναμε από όταν ήμουν ένα μικρό γλαρόπουλο για διακοπές με τους γονείς μου, καθώς είναι ένα από τα πιο πολυσύχναστα νησιά για τους γλάρους του Σαρωνικού, ενώ η μητέρα μου έλεγε πάντα πως ο τόπος αυτός ήταν για τους γλάρους ό,τι η Μύκονος για τους ανθρώπους!

Από τη μια αγνάντευα το νησί Αγκίστρι απέναντί μου, καθώς και το μικρό εκκλησάκι που είναι στην κοντινή βραχονησίδα, κι από την άλλη τη Σαλαμίνα, ενώ η γλαροσυρροή είχε αρχίσει να με ενοχλεί.
Λάθος νησί είχα διαλέξει για να ξεκουραστώ, συλλογίστηκα, καθώς χιλιάδες άλλοι γλάροι κυκλοφορούσαν και έκρωζαν ασταμάτητα.
Ενόσω εγώ χάζευα το Αγκίστρι και σκεφτόμουν τι να γίνεται η Χρυσαφένια, που στο μεταξύ είχε τελειώσει τη σχολική της χρονιά στη Σχολή Λευκών Μαγισσών της Μήλου, ένα όμορφο λευκό ιστιοφόρο ήρθε και έριξε άγκυρα στα ρηχά νερά του διαύλου.
Ένιωσα μεγάλη χαρά, καθώς τα ιστιοφόρα είχαν γίνει πια η μεγάλη μου αδυναμία. Είχα μάθει τόσα γι’αυτά στο πρώτο μου ταξίδι στις Κυκλάδες, που από τότε δεν έχανα αφορμή να τα παίρνω στο κατόπι και να σκαρφαλώνω στο κατάρτι τους, φτεροκοπώντας και κάνοντας γύρους από πάνω τους, σταματώντας να ξεκουραστώ πάνω στο σταυρό του άλμπουρού τους, κάτι που γενικά οι καπεταναίοι τους θεωρούσαν μεγάλο γούρι.
Μα τούτη τη φορά ο καπετάνιος ήταν γυναίκα. Και όχι μόνο! Και το πλήρωμα ήταν γυναικείο εκτός από δυο αγόρια, και φαινόταν να το διασκεδάζει πολύ.
Θυμήθηκα τις όμορφες στιγμές που είχα περάσει μαζί με τη Μένη, την αγαπημένη μου άγκυρα, καθώς και όλες τις άλλες φίλες μου, την Κύνα τη γοργόνα, την αδελφή του Μεγαλέξαντρου, και την Αναστασία, το κοριτσάκι που γνώρισα στο πρώτο μου ταξίδι στις Κυκλάδες κι ήταν ο μοναδικός άνθρωπος που μπορούσε να δει την, αόρατη για όλους τους υπόλοιπους, Κύνα. Βλέπετε, η καημένη η Κύνα, λόγω της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας από τα πολλά κινητά, τις κεραίες κινητής τηλεφωνίας και τηλεόρασης, και τις αντένες για δορυφορικές λήψεις, σαν μαγικό πλάσμα που ήταν, είχε γίνει αόρατη για το ανθρώπινο είδος και μονάχα πλάσματα ευαίσθητα σαν την Αναστασία,
πλάσματα από το ζωικό βασίλειο και πουλιά σαν κι εμένα μπορούσαν να τη δουν και να επικοινωνήσουν μαζί της.
Τα αδιάκοπα κρωξίματα των αδελφών μου δεν κατάφερναν να σκεπάσουν τις χαρούμενες κραυγές των γυναικών και των παιδιών τους που έκαναν βουτιές και κολυμπούσαν γύρω από το σκάφος.
Κοιτάζοντας πιο προσεκτικά, δεν μπορούσα να πιστέψω στα μάτια μου. Ε λοιπόν, ναι, δε με γελούσαν! Πάνω σ’ αυτό το ιστιοφόρο που έβλεπα για πρώτη φορά, βρίσκονταν η μητέρα της Αναστασίας και η ίδια η Αναστασία! Πόσο χαιρόμουν που τις ξανάβλεπα…

Χρυσούλα Μπουκουβάλα