Blogger Tricks

Παρασκευή 28 Μαρτίου 2014

Ίγμα, η Ανατολή

...Εκείνο το πρωινό ξημέρωσε διαφορετικό από τ’ άλλα. Υπήρχε έντονη κινητικότητα. Οι γυναίκες – σποροσυλλέκτριες δεν πήγαν στην πρωινή τους αναζήτηση. Άλλο που δεν ήθελαν εκείνες που τεμπέλιαζαν. 
Φάγανε όλοι από τις λιγοστές τροφές που είχαν αποθηκευμένες στις εγκοπές των βράχων της σπηλιάς. Ήταν μια ιδιαίτερη μέρα. Έπρεπε να είναι όλοι εκεί. Ακόμη και τα παιδιά. Ο Ά-χαντ περίμενε απ’ έξω, στο πλάτωμα, μαζεύοντας μερικά κάρβουνα από τη μικρή εστία της φωτιάς που είχαν ανάψει την προηγούμενη μέρα. Θα ήταν οι καινούριες του γραφίδες. Κάποια απ’ αυτά τα φύλαξε για να τα δώσει στο Βί-νιου, το ζωγράφο, όταν εκείνος με το καλό θα επέστρεφε σώος από την αποστολή. Ο Βί-νιου θα έφτιαχνε μ’ αυτά τα χρώματα της τέχνης του. Θα τα ανακάτευε με φυτικές ουσίες και με ρετσίνι που μάζευε από τους κορμούς κάποιου συγκεκριμένου πευκοειδούς. Όταν θα ήταν έτοιμα τα χρώματα, θα ήταν κι εκείνος έτοιμος για να αποτυπώσει μ’ αυτά σημαντικές στιγμές της ζωής τους πάνω στους βράχους. Έτσι, για να τις θυμούνται οι παλιοί και να τις μάθουν και οι επόμενες γενιές. Πίστευαν ότι οι απόγονοι έπρεπε να ξέρουν την ιστορία της φυλής, για να την αγαπήσουν περισσότερο και να είναι έτοιμοι να την υπερασπιστούν σε κάθε κίνδυνο.
Η Ιγμ και τα άλλα παιδιά συγκεντρώθηκαν στη μεγάλη σάλα και, με την καθοδήγηση της Ερνστ, είχαν ήδη αρχίσει να ταξινομούν πέτρες, σπόρους, κόκαλα και όστρακα κατά μέγεθος και κατά χρώμα. Μετρούσαν το χρόνο με τις σταλαγματιές του νερού που έπεφταν από την οροφή της σπηλιάς μέσα σε ένα καύκαλο χελώνας. Νικητής στην ταξινόμηση ήταν αυτός που στη διάρκεια του γεμίσματος ενός καυκάλου κατάφερνε να ταξινομήσει σωστά το δικό του υλικό. Εξαιρετικά διασκεδαστικό παιχνίδι! Και, γι’ αυτό το πρωί, ό,τι έπρεπε για να μείνουν ήσυχα τα παιδιά…
Όλοι οι άλλοι, παππούδες, γιαγιάδες, νέες γυναίκες, μερικές με μωρά παιδιά, βγήκαν έξω να ενημερωθούν από το μεγάλο μάγο Ά-χαντ για τις αποφάσεις που είχε πάρει το συμβούλιο σχετικά με το τι έπρεπε να πράξουν εμπρός στην κατάσταση κινδύνου που αντιμετώπιζαν. Με γρήγορες πια διαδικασίες, επειδή ο χρόνος όλο και λιγόστευε, ο Ά-χαντ ανέφερε μονάχα τις τρεις προτάσεις που είχαν ακουστεί το προηγούμενο σούρουπο και στη συνέχεια κατέληξε:
«Δεν μπορούμε να περιμένουμε άλλο. Οι δικοί μας μπορεί να κινδυνεύουν. Δε θέλουμε να μας βοηθήσει για την ώρα καμία ξένη φυλή, γιατί εγκυμονεί ο κίνδυνος προδοσίας. Επομένως καταλήξαμε στο να δημιουργήσουμε μια ομάδα αναζήτησης από όσους αντέχουν σ’ αυτή τη δοκιμασία. Οι μέρες της απουσίας μας; Τρεις! Αυτό αποφασίστηκε ομόφωνα. Είμαστε οι μεγαλύτεροι σε ηλικία, αλλά επειδή έχουμε περάσει πολλά, η εμπειρία μας θα μας βοηθήσει να πετύχει η αποστολή. Τουλάχιστον να μη μένουμε εδώ άπραγοι και γεμάτοι ερωτηματικά για το τι συνέβη στους δικούς μας».
Σιώπησε και κοίταξε όλους στα μάτια. Κι εκείνοι, μόλις κατάλαβαν ότι ο Ά-χαντ είχε πει τις τελευταίες του λέξεις, κι επειδή συμφωνούσαν απόλυτα, άρχισαν όλοι μαζί να αλαλάζουν επικροτώντας την απόφαση.
Η Ιγμ, που στο μεταξύ είχε αφήσει το παιχνίδι και στεκότανε στην είσοδο της σπηλιάς, ανατρίχιασε.
Δηλαδή, ποιοι θα μείνουν στη σπηλιά; Πώς θα τα βγάλουν πέρα μόνοι τους έστω και για τρεις μέρες; Κι αν το μάθουν οι γείτονες του γρανιτένιου βράχου ότι είναι μόνο τα γυναικόπαιδα στη σπηλιά; Κι αν επιτεθούν ύπουλα για να τους αφανίσουν, όπως έγινε στην ιστορία της Βά-χαντ;
«Θα τα καταφέρουμε!» μουρμούρισε γρυλίζοντας και σουφρώνοντας τα φρύδια με αποφασιστικότητα. «Οι γυναίκες της φυλής μας δεν το βάζουν κάτω».
Την επόμενη στιγμή είδε τους παππούδες να στέκονται στη σειρά και τον Ά-χαντ να περνά από μπροστά τους με ένα βαθιά ερευνητικό βλέμμα. Ήταν η ώρα της επιλογής των μελών της ομάδας αναζήτησης. Με ένα απλό άγγιγμα του μπαστουνιού ο μάγος όρισε τα μέλη της αποστολής. Ξεχώρισε τους νεότερους από τους ηλικιωμένους και όσους βρίσκονταν σε καλή φυσική κατάσταση. Μαζί τους θα πήγαιναν ως αρχηγοί ο ίδιος και ένας από τους δύο ροπαλοφόρους. Επιλέχτηκε ο Ντρουγκ, που ήταν έμπειρος στις μεγάλες διαδρομές. Σύνολο, είκοσι άτομα. Πίσω θα’ μεναν καμιά δεκαριά ηλικιωμένοι άντρες, ο Μπροντ-γκου, ο έτερος των ροπαλοφόρων, οι σαράντα δύο γυναίκες και τα τριάντα οκτώ παιδιά.
Θα ξεκινούσαν αμέσως. Ήξεραν ότι ο χρόνος που κυλούσε το πιο πιθανό να λειτουργούσε σε βάρος της ζωής των κυνηγών τους. Οπλίστηκαν με ελαφρά δόρατα από κορμούς νεαρών κυπαρισσιών, που στις άκρες τους είχαν καλά δεμένο με δέρμα ένα κομμάτι πυριτόλιθου που κατέληγε σε αιχμή. Τίποτα άλλο δεν κρατούσαν. Νερό υπήρχε μπόλικο στο δρόμο και καρποί στα δέντρα και στους θάμνους, για να ικανοποιούν το στομάχι τους όταν εκείνο διαμαρτυρόταν. Εξάλλου όλο και κάποιο μικρό θήραμα θα σκότωναν και θα το έτρωγαν ωμό, αφού τους ήταν αδύνατο τώρα να κρατούν μαζί τους φωτιά. Και το διακινδύνευαν να φύγουν δίχως αυτή, πρώτον, γιατί το Μικρό Φως της νύχτας ήταν ολοστρόγγυλο αυτές τις βραδιές και θα διέλυε το σκοτάδι και, δεύτερον, γιατί είχαν υπόψη τους ένα πολύ ασφαλές κατάλυμα όπου θα περνούσαν τις νύχτες.
Α, και μια που αναφέρθηκε η φωτιά… Η τελευταία παραγγελία του Ά-χαντ ήταν γι’ αυτή. Να την προσέχουν! Να μη σβήσει. Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, θα έπρεπε να την ξαναποκτήσουν περιμένοντας το Μεγάλο Φως να τους τη στείλει με αστραπή στο δάσος κάποια βροχερή μέρα…

Αγγέλα Μάλμου